Η παιδική κακοποίηση, αφήνει τραύματα και έχει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα στην ψυχή του θύματος, που δε μένουν σε εκείνη την ηλικία. Το σημαντικότερο ίσως αποτέλεσμα μιας τέτοιας συμπεριφοράς από μέρους κυρίως των πρώτων φροντιστών, είναι η εικόνα που σχηματίζει ένας άνθρωπος για τον εαυτό του.
Τα παιδιά έρχονται σε αυτό τον κόσμο μη γνωρίζοντας κάτι γι’ αυτόν, για τις σχέσεις, για τους τρόπους επικοινωνίας, για το τι είναι αποδεκτό και τι όχι. Τα μαθαίνουν όλα βιωματικά και παρατηρώντας τους γύρω τους. Έτσι, αν κάποιος ενήλικας αντιμετωπίζει το παιδί του ως άχρηστο, ανίκανο και μη έχοντας αξία, αυτό μεγαλώνει αντιλαμβανόμενο τον εαυτό του με τον ίδιο τρόπο.
Αν κάποιος ενήλικας αντιμετωπίζει το παιδί του ως άχρηστο, ανίκανο και μη έχοντας αξία, αυτό μεγαλώνει αντιλαμβανόμενο τον εαυτό του με τον ίδιο τρόπο.
Το γονεϊκό μοντέλο και τα παιδικά τραύματα
Παράλληλα, ο άνθρωπος εσωτερικεύει τα μοντέλα που βλέπει. Όταν οι γονείς είναι βίαιοι, σωματικά ή λεκτικά, το παιδί θεωρεί πως ο ρόλος αυτός συμπεριλαμβάνει και αυτές τις συμπεριφορές. Μαθαίνει πώς κάποιες φορές ανάμεσα σε ανθρώπους που αγαπιούνται, επιτρέπεται το να χτυπήσουν τον άλλον αν δεν κάνει αυτό που του λένε ή ακόμη κι όταν απλώς έχουν νεύρα. Επιτρέπεται να βρίζουν, να μειώνουν και να προσβάλλουν αυτόν που αγαπούν, αν έχουν δίκιο ή αν είναι για το “καλό” του.
Όταν το ίδιο μεγαλώσει είναι λογικό να πιστεύει πως μπορεί και το ίδιο να συμπεριφέρεται ανάλογα. Ακόμη και τις φορές που ένας ενήλικος αντιληφθεί πως με αυτούς τους τρόπους πληγώνει τον άλλον και χαλάει τη σχέση του, σε μια δύσκολη στιγμή, τείνει να συμπεριφέρεται σύμφωνα με το μοντέλο που έχει εσωτερικεύσει.
Όταν οι γονείς είναι βίαιοι, σωματικά ή λεκτικά, το παιδί θεωρεί πως επιτρέπεται να βρίζουν, να μειώνουν και να προσβάλλουν αυτόν που αγαπούν
Τι συμβαίνει στα κορίτσια
Ιδιαίτερα δυσμενείς επιπτώσεις μπορεί να έχει η κακοποίηση ενός κοριτσιού, όταν πια γίνεται μητέρα. Αν έχει υποστεί βία, έχει μάθει πως στις σχέσεις υπάρχουν δύο ρόλοι, εκείνος του θύματος κι εκείνος του θύτη. Ακόμη κι αν στη ζωή της έχει αποφασίσει να βγει από αυτό τον κύκλο και να συμμετάσχει σε υγιείς σχέσεις, τα συναισθήματα της δύνανται να αλλάξουν όταν αποκτά ένα μωρό.
Η περίοδος της λοχείας, η φροντίδα ενός μωρού αλλά και η συνύπαρξη με ένα νήπιο, μπορούν να είναι πολύ δύσκολες. Η μητέρα βρίσκεται εγκλωβισμένη σε μια σχέση που δεν έχει εκείνη τον έλεγχο του εαυτού της. Απέναντί της έχει έναν μικρό άνθρωπο που απαιτεί χωρίς υπομονή, που θέλει να καλύπτονται οι ανάγκες του το συντομότερο δυνατό, που την “εκβιάζει” κλαίγοντας, που την καθηλώνει σωματικά.
Οι νέοι ρόλοι
Αυτή η συνθήκη παρομοιάζεται υποσυνείδητα με τα παιδικά της χρόνια κι έτσι μπαίνει πάλι στο ρόλο του θύματος, ενώ ο ρόλος που έμεινε κενός σε αυτή τη σχέση, αποδίδεται στο παιδί της. Αρχίζει να αναβιώνει τα συναισθήματα του παρελθόντος, το θυμό, την ανημπόρια, τη θλίψη, την απώλεια ελέγχου. Εκλαμβάνοντας το παιδί ως θύτη, τείνει να έχει δύο τύπους συμπεριφορών. Είτε να αποσύρεται, να φοβάται, να υπακούει στις απαιτήσεις του χωρίς να θέλει, είτε να του επιτίθεται σωματικά ή λεκτικά. Και στις δύο εκδοχές, η σχέση διαρρηγνύεται.
Το παιδί άθελά του αρχίζει να μπαίνει στο ρόλο που του έχει ανατεθεί, αλλά επειδή δεν είναι αυτός που φυσιολογικά θα είχε, χάνει την ισορροπία του. Μπορεί να είναι επιθετικό, να αδυνατεί να θέσει όρια στη συμπεριφορά του και να καταλήγει δυστυχισμένο χωρίς προφανή αιτία. Λόγω του ότι αυτές οι διεργασίες δε συμβαίνουν σε συνειδητό επίπεδο, είναι ιδιαίτερα δύσκολο για έναν άνθρωπο να τις αντιληφθεί μόνος του. Έτσι οι σχέσεις μπορεί να γίνουν πολύ δύσκολες, χωρίς να μπορεί να κατανοούνται οι αιτίες και να υπάρξει συνεπακόλουθα η αλλαγή. Και η δυσλειτουργία σε μια οικογένεια συνεχίζεται.
Φιλιππίδου Ροζίνα Ελένη, Ψυχολόγος, δραματοθεραπεύτρια, Επιστημονική υπεύθυνη Ινστιτούτου Θεραπείας και Εκπαίδευσης μέσω των Τεχνών “Επίνειο”.