Ενοχλητικός και δηκτικός στις παρατηρήσεις του, μελίρρυτος στις μελωδίες του απαλλαγμένος από την αγοραία αίσθηση, οξύνους στα σχόλιά του, ιδιότροπος στη σχέση του με το κοινό που ουδέποτε κολάκεψε ή ζήτησε την κολακεία, ένας παράξενα κυνικός και τρυφερός- ταυτόχρονα άνθρωπος. Τραχύς και λυρικός. Aν μπορούσε να τον περιγράψει κανείς θα έλεγε πως ήταν ένα ξέσπασμα αντιφατικών αισθημάτων με συγκροτημένη προσωπικότητα, ο Μάνος Χατζιδάκις, το δίχως άλλο υπήρξε ένας μεγάλος καλλιτέχνης που πάλεψε με τους δαίμονές του: το ταλέντο, την μουσική, την ποίηση των πλέον ευγενικών αισθημάτων.
Υπήρξε αφάνταστα εύστοχος στις λεπτότατες παρατηρήσεις του, κατάφερνε να συμπεριλαμβάνει στη λεπτομέρεια το όλον! Άνθρωπος με βάθος αισθημάτων και του καλού γούστου, με σκέψη ανάποδη και απαστράπτουσα… Η παρουσία του έπλασε έναν από τους πλέον ανθεκτικούς μουσικούς πνευματικούς (και πολιτικούς) σύγχρονους μύθους του τόπου μας .
Εικοσιοχτώ χρόνια δίχως τον Μάνο και η νοσταλγία μας μεγαλώνει σε πείσμα μιας εποχής όπου το εφήμερο και το ασήμαντο καταστρέφουν την μνήμη και μετατρέπουν την ζωή σε αγαθό μιας χρήσης. Σήμερα και μόνο το άκουσμα ενός τραγουδιού του, μας φέρνει στο νου μιαν Ελλάδα εμπνευσμένη.
Ο Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε λίγο μετά την Μικρασιατική Καταστροφή το 1925 στην Ξάνθη. Ο πατέρας του ήταν Κρητικός και βρέθηκε στην Ξάνθη όπου τότε ανθούσε το εμπόριο του καπνού. Η μητέρα του κρατούσε από την Πόλη. Το 1938 ο πατέρας του σκοτώνεται σε αεροπορικό δυστύχημα. Η αισθηματολογία των τότε ελληνικών τραγουδιών και τα θερινά σινεμά ασκούν την γοητεία τους στον εύθραυστο ψυχισμό του νεαρού Χατζιδάκι.
Στα χρόνια της εφηβείας του αρχίζει να μελετά σοβαρά κλασική μουσική με πρώτο του δάσκαλο τον Παλλάντιο. Στην διάρκεια της Κατοχής δούλεψε διαδοχικά ως εργάτης του Φιξ, ως υπάλληλος στο φωτογραφείο του Μεγαλοκονόμου, ως νοσοκόμος στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο.
Από τα πρώτα του κιόλας βήματα στη μουσική, τόσο στο θέατρο και στον κινηματογράφο όσο και στη σύνθεση και το τραγούδι, ο Χατζιδάκις πάλευε να αποτινάξει το ζυγό από μια διασημότητα που δεν την θέλησε και μια φήμη που απεχθανόταν. Ο ίδιος ήθελε να γίνει «ο λαχειοπώλης του ουρανού που σκορπά τα λαχεία του στους γαλαξίες και στο άπειρο».
Από τον κύκλο C.N.S. ως και το Χαμόγελο της Τζοκόντα που πούλησε περισσότερα από 5 εκατομμύρια αντίτυπα, γράφει πολλά τραγούδια για τον κινηματογράφο με αποκορύφωμα το Όσκαρ για την μουσική του στην ταινία του Κακογιάννη, «Ποτέ την Κυριακή» με την Μελίνα Μερκούρη.
Η ώριμη περίοδος του συνθέτη θεωρείται αυτή του «Μεγάλου Ερωτικού». Μετά την Μεταπολίτευση αναλαμβάνει μια σειρά δραστηριότητες και πρωτοβουλίες που αλλάζουν οριστικό το πολιτιστικό τοπίο της χώρας μας. Το 1975 γίνεται διευθυντής του Τρίτου Προγράμματος της ΕΡΤ. Η έντονη παρουσία του στην διαμόρφωση μιας ξεχωριστής μουσικής αγωγής στην χώρα μας, τον φέρνει σε σύγκρουση με το μουσικό κατεστημένο της. Το 1985 κυκλοφόρησε το Τέταρτο, ένα πρωτοποριακό περιοδικό ευρείας κυκλοφορίας υπό την διεύθυνσή του.
Στις 15 Ιουνίου 1994 ο Μάνος Χατζιδάκις πέρασε στην αθανασία αφήνοντάς μας άπλετο χρόνο να τον κατανοήσουμε και να απολαύσουμε την μαγική του Ορχήστρα… αυτή των Χρωμάτων!